Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 18 Μαΐου 2013

Η ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑ


 Η τιμή και το χρήμα


Διαβάστε ολόκληρο το έργο  ΕΔΩ


                                                                             



Η κινηματογραφική ταινία  Η τιμή της αγάπης



Εργασίες

* Να σκιαγραφήσετε την προσωπικότητα της Ρήνης στηριζόμενοι στα αποσπάσματα. Ποιος ο ρόλος της γυναίκας στις αρχές του 20ου αιώνα που διαδραματίζεται το το έργο; Από ποιες κοινωνικές προκαταλήψεις που επικρατούσαν τότε απελευθερώθηκε η ηρωίδα;

* Να σκιαγραφήσετε τη σιόρα Επιστήμη. Σε ποια στερεότυπα της εποχής είναι εγκλωβισμένη;

* Να σκιαγραφήσετε τον Αντρέα.  Ποια στερεότυπα για το ρόλο του άντρα επικρατούσαν στην εποχή που διαδραματίζεται η νουβέλα;

* Μια νέα κοπέλα που κάνει σήμερα προσωπικές επιλογές ανάλογες της Ρήνης δεν είναι κάτι το πρωτοφανές. Ποιες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες άλλαξαν ώστε η γυναίκα να απελευθερωθεί και να καθορίζει η ίδια τη ζωή της;

* Ο Αντρέας αφηγείται αργότερα σε φίλο του τα γεγονότα του πρώτου αποσπάσματος ανάμεσα στον ίδιο τη Ρήνη και τη σιόρα Επιστήμη.

* Σε μια δραματική επιστολή πολλά χρόνια αργότερα η Ρήνη γράφει στη μονάκριβη κόρη της, καρπό του έρωτλα της με τον Αντρέα. Στην επιστολή αφηγείται τα γεγονότα του δεύτερου αποσπάσματος και αιτιολογεί την απόφασή της να την αναθρέψει μόνη της και  να ζήσει μακριά από τον πατέρα της

* Να ανζητήσετε πληροφορίες για τον συγγραφέα, τη ζω΄΄η , το έργο του κάθώς και για τον τόπο και την επόχή στην οποία διαδραματίζεται η νουβέλα ( κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές συνθήκες )

* Ανάθεμα τα τάλαρα   Η φράση αυτή επαναλαμβάνεται συχνα στο έργο και ειδικά στο τελευταίο απόσπασμα. Από ποιους λέται η φράση και πώς την εννοεί ο καθένας τους;

* Γιατί ο συγγραφέας επέλεξε τον συγκεκριμένο τίτλο για το έργο; Ποιος άλλος τίτλος νομίζετε ότι θα ταίριαζε;

* Τέλος ο πατέρας της είπε σφίγγοντας την στην αγκαλιά του " Σ` εδυστύχεψε" Ποιον εννοεί κατα τη γνώμη σας; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.

* Ποια συναισθήματα για τα πρόσωπα του έργου σας δημιουργήθηκαν κατά την ανάγνωση; Να τα αιτιολογήσετε.

Ο ΚΑΤΑΔΙΚΟΣ


Κατάδικος του Κωνσταντίνου Θεοτόκη είναι ένα εκτεταμένο αφήγημα που γράφτηκε το 1919 και θεωρείται από πολλούς μελετητές το καλύτερο έργο του συγγραφέα. Το περιεχόμενό του είναι κοινωνικό με πολλά στοιχεία ηθογραφίας και ψυχογραφίας γι’ αυτό εντάσσεται στην τεχνοτροπία της ηθογραφικής ψυχογραφίας.
Η υπόθεση του έργου διαδραματίζεται σε μια αγροτική περιοχή της Κέρκυρας όπου ζουν ο Γιώργης Αράθυμος, η σύζυγός του Μαργαρίτα, τα δύο τους παιδιά και ο υπηρέτης τους ο Τουρκόγιαννος. Ο Τουρκόγιαννος έχει μεγαλώσει στο κτήμα του πατέρα της Μαργαρίτας και από μικρός την αγαπά κρυφά. Όμως η Μαργαρίτα έχει συνάψει παράνομη σχέση με ένα γείτονα, τον Πέτρο Πέπονα και ο Τουρκόγιαννος προσπαθεί να εμποδίσει αυτή τη σχέση και την ηθική εκτροπή της κυρίας του. Η δράση του Τουρκόγιαννου γίνεται ενοχλητική για το παράνομο ζευγάρι και αρχίζουν να τον διαβάλλουν στον Αράθυμο, ο οποίος τον διώχνει από το σπίτι. Την επόμενη μέρα ο Αράθυμος βρίσκεται νεκρός και όλες οι υποψίες πέφτουν πάνω στον Τουρκόγιαννο, ο οποίος φυλακίζεται σε ισόβια. Ο Πέπονας και η Μαργαρίτα παντρεύονται, όμως ύστερα από ένα χρόνο ο Πέπονας συλλαμβάνεται για κάποιο αδίκημα και οδηγείται για λίγους μήνες στη φυλακή. Εκεί συναντά τον Τουρκόγιαννο νιώθοντας τύψεις αναγκάζεται να αποκαλύψει ότι αυτός είχε σκοτώσει τον Αράθυμο και ενοχοποίησε άδικα τον Τουρκόγιαννο. Όμως ο Τουρκόγιαννος, αν και είναι αθώος και θα μπορούσε να αποφυλακιστεί, παίρνει επάνω του την ενοχή, γιατί δεν θέλει να μείνει απροστάτευτη η Μαργαρίτα και τα παιδιά της.
Ο Θεοτόκης με τον Κατάδικο μας περιγράφει παραστατικά τα ήθη και τα έθιμα της ζωής στην επαρχία, αλλά δεν σταματά εκεί. Η διήγηση έχει κοινωνικό περιεχόμενο και βασικός άξονας ανάπτυξης της ιστορίας είναι οι δύο εκ διαμέτρου αντίθετες βιοθεωρίες που εκφράζει ο Πέπονας και ο Τουρκόγιαννος. Χαρακτηριστική είναι και η ψυχογράφηση των δύο βασικών χαρακτήρων, όπως φαίνεται από την ψυχολογική μεταστροφή του Πέπονα μέσα στη φυλακή. Η γλώσσα του κειμένου είναι απλή δημοτική με διάσπαρτα στοιχεία του τοπικού ιδιώματος, γεγονός που δίνει απλότητα και ζωντάνια στο κείμενο.




Για τον Κατάδικο


Έλεγχος της ανεξικακίας του Τουρκόγιαννου

«Στον Κατάδικο η σοσιαλιστική ιδεολογία υποβαθμίζεται. Η ζωή δεν
αναρριπίζεται μόνο από το πάθος των παράνομων εραστών, που οδηγεί στο
έγκλημα, αλλά και από το φως της ανεξικακίας του Τουρκόγιαννου, που αίρει
τις αμαρτίες των άλλων και φτάνει ως τα έσχατα όρια: οι ένοχοι προς
στιγμήν αισθάνονται τύψεις, στο τέλος όμως εξασφαλίζουν την ελευθερία
τους και δέχονται αυτοί να συνεχίσουν τη ζωή τους κι ο αθώος Τουρκόγιαννος
να σήπεται στη φυλακή. Με τον Τουρκόγιαννο, ο Κ. Θεοτόκης ίσως θέλησε
ν’ απαλύνει τον άγριο κόσμο των παθών που ρυθμίζουν τη ζωή των ανθρώπων.
  Θέλησε να δώσει ένα αισιόδοξο μήνυμα με την αντιπαράθεση της
ενεργητικής μεγαλοψυχίας του. Η διαγραφή όμως του τύπου του πρόδωσε
τις προθέσεις. Γιατί ο Τουρκόγιαννος είναι απ’ την αρχή ως το τέλος σχηματικός, αντιδρά σχεδόν πάντοτε πανομοιότυπα».
(Τ. Καρβέλης, 1984, Δεύτερη ανάγνωση, Αθήνα: Καστανιώτης, σελ. 129-130)

Η κειμενική καταγωγή του Τουρκόγιαννου

«Ο “Κατάδικος”, ο Τουρκόγιαννος θέλω να πω, άλλους τους έπεισε, σ’
άλλους προκάλεσε αμφιβολίες και αντιρρήσεις. Τι αξίζει σαν μονάδα κοινωνική; Και πού οδηγεί η χριστιανική καλοσύνη του; Και μπορεί η καλοσύνη αυτή να γίνει θεμέλιο κοινωνικής ζωής; Μερικοί από τους κριτικούς του Θεοτόκη αναζήτησαν πρότυπα του Τουρκόγιαννου σε σελίδες του Ντοστογιέφσκυ  και του Τολστόι. Νομίζω πως η έρευνα έπρεπε να γίνει κι αλλού: στη γενική πνευματική ατμόσφαιρα που διαμορφώθηκε από την επίδραση της ρωσικής λογοτεχνίας. Αυτή η αποστροφή για τη βία, που κατέχει τον Τουρκόγιαννο, είναι, βέβαια, διάθεση του Θεοτόκη, που τη γέννησε ο κοινωνικός προσανατολισμός του. Είναι όμως και η τελευταία ψυχική του κατάσταση, το καταστάλαγμα από μιαν επώδυνη αναζήτηση του βαθύτερου μυστικού της ζωής όχι στις υψηλές διάνοιες αλλά στην αγαθότητα μιας αδύναμης και απροστάτευτης ύπαρξης, που δεν έχει διεκδικήσεις, δεν έχει ανάγκες κι έχει βρει τον προορισμό της».
(Π. Χάρης, 1976, Έλληνες πεζογράφοι, Αθήνα: Εστία, τόμ. ε΄, σελ. 26)

Η αναπόδραστη καταδίκη του Τουρκόγιαννου

«Πάνω από τον “Κατάδικο” —το ένα από τα ωριμότερα διηγήματα του
Θεοτόκη— πλανιέται, αόριστα, μια κατηγορία: Πως το έργο τούτο, στη βάση
του, δεν έχει γνησιότητα, πως αντηχεί ξένες, και συγκεκριμένα τολστοϊκές
αντιλήψεις, τη μη αντίσταση στο κακό κ.λπ. Το γενικό του πνεύμα,
πραγματικά, φαίνεται να δικαιολογεί μια τέτοια υποψία. Ο συγγραφέας,
εδώ, δεν κρατάει πια την ενεργητική εκείνη κοινωνική στάση που τον γνωρίσαμε  αλλού. Η καταγγελία που διατυπώνει έμμεσα με το μύθο του και με την ψυχολογία των προσώπων, δεν αφορά μιαν ορισμένη κοινωνική τάξη ή
ένα ορισμένο καθεστώς. Είναι μια διαμαρτυρία διάχυτη και φιλοσοφική,
που βάφεται από την απαισιοδοξία ενός σκεπτικισμού περιώδυνου. Ο Τουρκόγιαννος, πλάσμα αγαθό και άκακο, θετικά καλό, συντρίβεται από την κτηνώδη αντίδραση της ζωής, που, αυτή, υπακούει σ’ άλλους, ενεργητικούς νόμους. Η αγιοσύνη, το χριστιανικό πνεύμα, βρίσκονται έξω από το νόημά της
και, κατά συνέπεια, αποτελούν μιαν αντινομία. Και είναι μεν αλήθεια πως η
ανώτερη ηθική του Τουρκόγιαννου εκδηλώνεται με τρόπο υπερβολικά παθητικό, σχεδόν νοσηρό, έτσι που να τον καταδικάζει προκαταβολικά κι αυ-
τονόητα να βγει νικημένος, το κοσμοθεωρητικό όμως συμπέρασμα του συγγραφέα —όπως διαφαίνεται τουλάχιστο— δεν δίνει την εντύπωση να είναι
διάφορο. Ο “Κατάδικος” απομένει έργο συνειδητά απαισιόδοξο κι από την
άποψη τούτη ο τίτλος του κρύβει μια γενικότητα δηλωτική. Δεν είναι ο συμπτωματικά καταδικασμένος, σε μια περίπτωση δικαστικής πλάνης, άτυχος
άνθρωπος. Είναι ο καταδικασμένος μοιραία από τη ζωή, ο παρίας της, σύμφωνα με μιαν αναγκαιότητα αναπόδραστη, αδυσώπητη, κι αδιάφορη προς
κάθε ηθική προσταγή, αφού κι εκείνη, με τη σειρά της, βρίσκεται έξω από
τους σκληρούς ζωικούς νόμους».

(Άγγ. Τερζάκης, 1955, «Εισαγωγή» στη Βασική Βιβλιοθήκη, αρ. 31, Κωνσταντίνος
Θεοτόκης, Αθήνα, σελ. 26)

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ


1. Εργοβιογραφικά στοιχεία


    Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης, πεζογράφος, λόγιος, μεταφραστής και ποιητής,
γεννήθηκε τον Μάιο του 1872 στους Καρουσάδες της Κέρκυρας, όπου
και πέθανε τον Ιούλιο του 1923. Ήταν απόγονος της αρχοντικής γενιάς των
Θεοτόκηδων, που εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα τον 15ο αιώνα, γιος του κόμη
Μάρκου Θεοτόκη και της Αγγελικής Πολυλά και αδελφός του ιστορικού
Σπυρίδωνα Θεοτόκη. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο και το γυμνάσιο στην
Κέρκυρα και σε ηλικία 17 ετών αναχώρησε για το Παρίσι, όπου παρέμεινε
δύο χρόνια και παρακολούθησε στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης μαθήματα
φυσικών επιστημών, μαθηματικών, φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας. Η σπάταλη  ζωή του και μια επιδημία γρίπης που ξέσπασε στη Γαλλία τον υποχρέωσαν  να εγκαταλείψει τη γαλλική πρωτεύουσα. Το 1893 παντρεύτηκε τη Βοημή βαρόνη Ερνεστίνα φον Μάλοβιτς και εγκαταστάθηκε μαζί της στους
Καρουσάδες, όπου γεννήθηκε η κόρη του, η οποία έζησε μόνο πέντε χρόνια.
   Στην ιδιαίτερη πατρίδα του, παρέμεινε σχεδόν όλη τη ζωή του, εκτός από μερικές σύντομες αποδράσεις (όπως όταν το 1896 πήγε με τον Λορέντζο Μαβίλη για να πολεμήσουν στην επανάσταση της Κρήτης και όταν το 1897 πήγε εθελοντής στον πόλεμο) και μερικά ταξίδια στην Ευρώπη για να συμπληρώσει τη μόρφωσή του. Συγκεκριμένα, το 1898 ταξίδεψε με την οικογένειά του στην Ευρώπη και ο ίδιος παρακολούθησε πανεπιστημιακά μαθήματα στο Γκρατς, ενώ την περίοδο 1907-1909 παρακολούθησε δυο εξάμηνα στο πανεπιστήμιο του Μονάχου, όπου ήρθε σε επαφή με τη σοσιαλιστική σκέψη και γνωρίστηκε με τον Κ. Χατζόπουλο, ο οποίος είχε ήδη μυηθεί στη σοσιαλιστική  ιδεολογία. Επιστρέφοντας στην Κέρκυρα, πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Ομίλου και του Αλληλοβοηθητικού Εργατικού Συνδέσμου Κέρκυρας (1910-1914). Ακολούθως, προσχώρησε στο βενιζελικό στρατόπεδο και πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στο κίνημα της Θεσσαλονίκης.
  Το 1918, εξαιτίας της οικονομικής καταστροφής της γυναίκας του, υποχρεώθηκε να μετακομίσει στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως γραμματέας στην Εθνική Βιβλιοθήκη, ως επιμελητής εκδόσεων στον εκδοτικό οίκο Ελευθερουδάκη και ως μεταφραστής. Το 1922 προσβλήθηκε από καρκίνο του στομάχου και, έπειτα από μια ανεπιτυχή χειρουργική επέμβαση, αποσύρθηκε
στην Κέρκυρα, όπου και πέθανε έπειτα από δεκαοκτώ μήνες.
   Το πεζογραφικό έργο του Κ. Θεοτόκη ξεκινά με το μυθιστόρημα La vie de
montagne (1895), γραμμένο στα γαλλικά, το οποίο αποκήρυξε αργότερα ο
ίδιος. Ακολουθούν μερικά σύντομα πεζά με τον τίτλο Αντιφεγγίδες και μια
σειρά από αφηγήματα και διηγήματα, που δημοσιεύονται σε περιοδικά της
εποχής, άλλα με ιστορικό-μυθολογικό περιεχόμενο (Το Βιο της Κυράς Κερκύρας,Κοσμογονία κ.ά.) και άλλα περισσότερο ρεαλιστικά, που απεικονίζουν τα ήθη της κλειστής κερκυραϊκής κοινωνίας του αγροτικού κυρίως χώρου (Πίστομα, Κάιν, Τίμιος κόσμος, Πάθος κ.ά.). Καρπός της ώριμης πλέον συγγραφικής του πένας και της κατασταλαγμένης ιδεολογικής τοποθέτησής του αποτελούν τα επόμενα έργα του: Η τιμή και το χρήμα (νουβέλα, 1914),Κατάδικος (νουβέλα, 1919), Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα (νουβέλα,1920) και Σκλάβοι στα δεσμά τους (μυθιστόρημα, 1922, γραμμένο νωρίτερα).
   Αρκετά χρόνια μετά το θάνατό του εκδόθηκαν σε έναν τόμο τα περισσότερα
από τα διηγήματά του με τον τίτλο Κορφιάτικες ιστορίες (1935) με πρόλογο
της Ειρήνης Δεντρινού, μολονότι ο συγγραφέας είχε ορίσει διαφορετικό
τίτλο και διαφορετική κατάταξη των πεζογραφημάτων σε δύο μέρη. Πριν
πεθάνει, είχε αρχίσει τη συγγραφή του τελευταίου έργου του, με τον τίτλο Ο
Παπα Ιορδάνης Περίχαρος και η ενορία του, έργο που έμεινε ημιτελές.
   Το μεταφραστικό έργο του είναι επίσης πλούσιο. Μελετητής και γνώστης
αρκετών ξένων ευρωπαϊκών γλωσσών (γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ιταλικά,
ισπανικά), καθώς και παλαιών γλωσσών (αρχαία ελληνικά, λατινικά,
εβραϊκά, σανσκριτικά, παλαιοπερσικά), μπόρεσε να αποδώσει στα νέα ελληνικά αρκετούς Ευρωπαίους, καθώς και αρχαίους Έλληνες και Λατίνους
συγγραφείς και κείμενα περσικά και σανσκριτικά. Ανάμεσα στα έργα που
μετέφρασε, περιλαμβάνονται τα Γεωργικά του Βιργιλίου, Περί της φύσεως
των πραγμάτων του Λουκρητίου, Η αναγνώριση του Σακούνταλους του Καλιδάσα, αποσπάσματα από το έπος Μαχαμπχαράτα, βεδικοί ύμνοι, έργα του Σαίξπηρ, του Σίλλερ, του Γκαίτε, του Φλωμπέρ κ.ά.
   Ο Κ. Θεοτόκης υπήρξε μια ξεχωριστή πνευματική προσωπικότητα με
πολλά και ποικίλα ενδιαφέροντα, ένας γνήσιος εκπρόσωπος του κοινωνικού
ρεαλισμού και ο εισηγητής του κοινωνιστικού μυθιστορήματος.


2. Η κριτική για το έργο του


Το μυθιστορηματικό έργο του Κ. Θεοτόκη ως γέφυρα μεταξύ παλαιών και νέων λογοτεχνικών τάσεων

«Τα τέσσερα μυθιστορήματα του Θεοτόκη είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, και, παρ’ όλο που οι σοσιαλιστικές απόψεις του συγγραφέα είναι έκδηλες, ο υπαινιγμός που προκύπτει, ότι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να διαρθρώσουν την κοινωνία τους διαφορετικά, έχει ως αποτέλεσμα να αποβούν ακόμα πιο τραγικές οι ζωές των ηρώων του, που ακολουθούν τη μοιραία τους πορεία, χωρίς καμιά επέμβαση του συγγραφέα, μέσα στο φυσικό πλαίσιο της κερκυραϊκής κοινωνίας, τα πρώτα χρόνια του αιώνα. Τα τέσσερα αυτά έργα γεφυρώνουν το χάσμα που χωρίζει το ηθογραφικό στοιχείο και την αγροτική παράδοση από το νέο αστικό μυθιστόρημα». (R. Beaton, 1996, Εισαγωγή στη νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία, Αθήνα: Νεφέλη, σελ. 146)
   Υφολογικά χαρακτηριστικά της λογοτεχνίας του Κ. Θεοτόκη
«Φυσικά, η λογοτεχνία του [Θεοτόκη] είναι μια λογοτεχνία ιδεών και πραγμάτων και όχι νεωτερισμών στην τεχνική και στο ύφος. Από την άποψη ότι η αδρότητα των πραγμάτων επιβάλλει μιαν αδρότητα τεχνικής, αντίστοιχα είναι και τα αρνητικά της συμπτώματα: Η καθήλωσή της στα επιχώρια κάνει σχεδόν στατικά και εξαιρετικά ιδιωματικά και το μήνυμα και τη γλώσσα της, κάνει την έκφρασή της δύσκαμπτη και κάποτε δυσανάγνωστη. Η ψυχολογία και η χαρακτηρολογία της, στη συνέχεια, είναι, με την κατάχρηση του δυναμισμού και την ωμότητα των αντιδράσεων των ηρώων του, ψυχολογία και χαρακτηρολογία των άκρων. Ο διανοούμενος τέλος της ευρωπαϊκής μαθητείας και ο στυλίστας της μεγάλης σολωμικής σχολής έμμεσα πού και πού διακρίνονται. Πότε ο πρώτος και πότε ο δεύτερος παρεμβαίνει και, χωρίς να αλαφρώνει την ηθογράφηση, προσδίνει σε κάθε πλοκή, περιγραφή, ακόμη και φράση, μια υποψία κατασκευής ή καλλιγραφίας. Και, κατά τη σχετική μεταφραστική του επίδοση ή τη δραματική του τεκτόνηση, έναν αέρα στησίματος και σκηνοθεσίας. Αλλά και αυτά τα συμπτώματα γίνονται τελικά στοιχεία του ύφους του. Γιατί ύφος δεν είναι μόνον απόκλιση από την κοινόχρηστη έκφραση επικοινωνίας, αλλά και αντίσταση προς κάθε έκφραση κοινωνικού συρμού».

                                               Πηγή : ΥΠΕΠΘ ΚΝΛ Β ΛΥΚΕΙΟΥ Bιβλίο καθηγητή


Εκπομπή από το αρχείο της ΕΡΤ.   Δείτε την εκπομπή   εδώ